Βράδυ, καθισμένος μπροστά από το λάπτοπ, με το αρχείο ανοιχτό στο Word, ψάχνω να βρω λέξεις για την εισαγωγή της συνέντευξης του Παναγιώτη Μιχαηλίδη. Τελικά όμως σκέφτομαι, “έχει λέξεις η σιωπή”; Η απάντηση είναι όχι ή μπορεί και ναι. Γιατί μερικές φορές, μιλάνε τα μάτια. Και κάνουν περισσότερο θόρυβο από το στόμα. Γιατί έτσι απλά, καθρεπτίζουν ότι κρύβεται από πίσω, βαθιά, στις σκέψεις.
Μπορεί και η σιωπή λοιπόν να είναι δυνατή, εκκωφαντική, όπως στη ποιητική συλλογή του Παναγιώτη που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Πάμε να μιλήσουμε γι’ αυτή;
1) Καλώς σε βρήκα Παναγιώτη!! Καταρχάς, θέλω να πάμε κάποια χρόνια πίσω και να μου πεις πώς ξεκίνησε για εσένα το ταξίδι στον χώρο της συγγραφής, ποιο ήταν το έναυσμα.
Π.Μ. : Γειά σου Δημήτρη, χαίρομαι που σε γνωρίζω! Θέλω να σας ευχαριστήσω πολύ όλους στο «Authoring Melodies» για την ευγενική σας πρόσκληση, είναι ιδιαίτερη τιμή και χαρά για μένα που με φιλοξενείτε εδώ. Το
ταξίδι αυτό ξεκίνησε πριν από μερικά χρόνια, φαινομενικά από το «πουθενά», αλλά η δημιουργία ως τρόπος έκφρασης ήταν πάντα παρούσα στη ζωή μου από παλιά, από την ερασιτεχνική Ζωγραφική μέχρι τα Μαθηματικά Μοντέλα και την Επιστημονική Συγγραφή. Τώρα, με αφορμή μια πολύ δύσκολη περίοδο στη ζωή μου, το ταξίδι αυτό με έφερε στο δημιουργικό μονοπάτι της Ποίησης το οποίο και επέλεξα να διαβώ.
2) Η ποίηση είναι ομολογουμένως ένα δύσκολο μονοπάτι. Εσύ, πώς αποφάσισες να το περπατήσεις;
Π.Μ. : Δημήτρη, στην περίπτωσή μου, δεν μπορώ να αποφασίσω αν η Ποίηση είναι πιο δύσκολο μονοπάτι από την πλευρά του δημιουργού ή από την πλευρά του αναγνώστη. Για τη δεύτερη θα μας πουν οι αναγνώστες και οι αναγνώστριες που ίσως μου κάνουν την τιμή και διαβάσουν την ποιητική συλλογή. Για την πρώτη πλευρά, ως δημιουργός, απλά αφήνω την εκφραστικότητά μου ελεύθερη να γεμίσει το χαρτί, οπότε και οι στίχοι μου βγαίνουν πηγαία, αυθόρμητα, με ταχύτητα που κάποιες φορές ξαφνιάζει και εμένα τον ίδιο. Επομένως, θα τολμήσω να πω ότι μέχρι στιγμής, η Ποίηση είναι για μένα ένα χειμαρρώδες μονοπάτι. Και, μάλιστα, δεν αποφάσισα εγώ να το περπατήσω, αλλά αντιθέτως η πηγαία έμπνευση ήρθε και με έσπρωξε προς το μονοπάτι αυτό, και ο χείμαρρος της δημιουργίας ήρθε και με παράσυρε, ορμώμενος φυσικά από το ευρύτερο ατομικό και κοινωνικό περιβάλλον και από τον κόσμο γύρω μου. Που θα οδηγήσει αυτή η πορεία και που θα εκβάλλει το χειμαρρώδες μονοπάτι; Άγνωστο. Ωστόσο, φροντίζω να απολαμβάνω κάθε στιγμή της διαδρομής και εύχομαι το ίδιο και για όποι-ον/α αναγνώστ-η/τρια αποφασίσει να με ακολουθήσει!
3) Υπάρχουν πιθανώς συγγραφείς οι οποίοι έχουν επηρεάσει τον τρόπο γραφής σου;
Π.Μ. : Δημήτρη, έχω διαβάσει αρκετά τους «μεγάλους» αλλά και πολλούς «σύγχρονους» Έλληνες ποιητές με εξαιρετικό ποιητικό λόγο, ωστόσο περισσότερο έχω διαβάσει πεζογραφία. Αν έπρεπε να πω ονόματα, θα έλεγα ότι ίσως έχω επηρεαστεί από Εμπειρίκο, Ρίτσο, Καββαδία, αλλά και από τους Ελυάρ και Καμύ και, πιθανότατα, από τον Μάρκες.
4) Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για εσένα να μετατρέψεις σε γραπτά τις σκέψεις που κόβουν βόλτες μέσα στο κεφάλι σου;
Π.Μ. : Παρότι έχω συγγράψει πολλά επιστημονικά άρθρα και μελέτες, με την «Εκκωφαντική Σιωπή» θεωρώ πως κάνω τα πρώτα μου, νηπιακά βήματα στην Ποίηση. Πιθανότατα, οι στίχοι μου να είναι ακατέργαστοι και άφτιαχτοι, ωστόσο μπορώ να πω ότι είναι γνήσιοι και αληθινοί. Δεν προσπαθώ να εξιδανικεύσω, να ωραιοποιήσω ή να καλλωπίσω, αλλά αντίθετα οι στίχοι μου νομίζω εμφορούνται από μια (υπερ)ρεαλιστική προσπάθεια κατανόησης, διείσδυσης και κατάκτησης της πραγματικότητας. Και ίσως αυτός είναι και ο λόγος που μου ήταν εύκολο να μετατρέψω τις σκέψεις μου και, κυρίως, τα συναισθήματά μου σε γραπτό λόγο. Οι στίχοι μου είμαι εγώ.
5) Λογική ή συναίσθημα; Ποιο από τα δύο παίζει κυρίαρχο ρόλο στα γραπτά σου;
Π.Μ. : Πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση. Μια πολύ «κομφορμιστική» απάντηση θα ήταν ότι πάντα υπάρχει ένας κατάλληλος συνδυασμός των δύο, κ.ο.κ. Ωστόσο, δεν θα σου πω κάτι τέτοιο. Διότι απλούστατα, στα ποιήματά μου δεν υπάρχει κανένας έλεγχος επί της λογικής και κυριαρχεί ξεκάθαρα το συναίσθημα και η φαντασία εμφορούμενα από το ατομικό και κοινωνικό περιβάλλον και από τον κόσμο γύρω μου, καθώς κάνω μια πολύ πρώιμη για μένα ποιητική προσπάθεια να αγγίξω τα υπαρξιακά ζητήματα της ζωής και του έρωτα, χωρίς αισθητικές ή άλλες προκαταλήψεις.
6) Υπάρχουν νοήματα που προσπαθείς συνήθως να περάσεις μέσα από τους στίχους σου; Κι αν ναι, ποια είναι αυτά συνήθως; Πιστεύεις γενικά ότι ένας καλλιτέχνης, θα πρέπει να διαπαιδαγωγεί μέσα από τα έργα του;
Π.Μ. : Κοίταξε Δημήτρη. Εγώ επιδιώκω να διαπαιδαγωγήσω πρωτίστως μέσω της επιστημονικής ιδιότητάς μου του Πανεπιστημιακού Δασκάλου, Ερευνητή και του Μέντορα που τυγχάνει να έχω. Συνεπώς, μέσα από την Ποίηση, δεν επιδιώκω a priori να περάσω δυσνόητα μηνύματα. Ωστόσο, πιθανόν ο αναγνώστης και η αναγνώστρια να χρειαστεί να κινητοποιηθεί για να συμμετέχει και να δημιουργήσει μαζί μου συμμετοχικά, για να εισχωρήσει βαθιά μέσα στην ουσία των κατασκευών μου και να συνειδητοποιήσει ότι η πραγματικότητα εξαρτάται από τη συνδυαστική, συμμετοχική προσπάθεια και δεν είναι ανεξάρτητη από εκείνον/εκείνη. Συνεπώς, το «φαγητό» δεν είναι έτοιμο προς κατανάλωση, αλλά απαιτεί να ενεργοποιηθεί και εκείνος/εκείνη
για να το φτιάξουμε μαζί, συνεργατικά. Αν δεν εξασφαλίσουμε μια κοινή, διεισδυτική ματιά στον κόσμο, πώς θα βρούμε τον τρόπο να τον βελτιώσουμε ή να τον αλλάξουμε; Τώρα, όσον αφορά το τελευταίο σκέλος της ερώτησής σου περί της διαπαιδαγώγησης ή μη μέσω της Τέχνης, θα πω ότι προφανώς δεν είναι εφικτό ο Ποιητής να μην επηρεάζει αλλά και να μην επηρεάζεται από τις ιδέες του ευρύτερου κοινωνικού, οικονομικού, πολιτικού και, φυσικά, καλλιτεχνικού περιβάλλοντος που δραστηριοποιείται. Είναι απλά αδύνατο ένας καλλιτέχνης να αποδεσμεύσει την καλλιτεχνική του δημιουργία από την κοσμοθεωρία του αλλά και το εξωτερικό περιβάλλον και να λειτουργήσει ως ρομπότ. Υπό αυτή την έννοια, θα πω ότι κάθε Τέχνη διαπαιδαγωγεί. Αυτό συμβαίνει διότι αναπόφευκτα αυτή φέρει και την σφραγίδα του/της δημιουργού αλλά και του περιβάλλοντος δραστηριοποίησής του/της, και υπό αυτή την έννοια πλάθει συνειδήσεις και, συνεπώς, διαπαιδαγωγεί. Θα σου θυμίσω εδώ μια ρήση του Ρίτσου ότι «η τέχνη είναι πάντα κοινωνική λειτουργία» και ότι οι ορισμένοι καλλιτέχνες με το να επιδιώκουν να καλλιεργούν την κοινωνική παθητικότητα, κατ’ ουσίαν στηρίζουν τα εκάστοτε κατεστημένα, διότι η Τέχνηδεν είναι και δεν μπορεί να είναι ουδέτερη και αποστειρωμένη.
7) “Εκκωφαντική σιωπή” λοιπόν. Ποια στοιχεία αποτέλεσαν τη «μαγιά» για αυτό το βιβλίο;
Π.Μ. : Η ποιητική συλλογή εκφράζει την προσπάθειά μου να λυτρωθώ από μια εσωτερική διαπάλη μεταξύ των δύο διπόλων: ζωής και θανάτου, και έρωτα και της απουσίας του με τα οποία κινήθηκα ανεξάρτητα για μεγάλο χρονικό διάστημα, βιώνοντας τόσο το αναπόδραστο του θανάτου, όσο και αυτό του έρωτα. Ή, αλλιώς, με τα λόγια του Γιώργου Θέμελη στην κλασσική συλλογή του Φωτοσκιάσεις του 1961, βίωσα την «τέλεια, πυκνή, αναπόδραστη μοίρα του έρωτα. Και του θανάτου». Έχουμε συχνά την ψευδαίσθηση της φαντασιωσικής επιβολής επί των συναισθημάτων μας, συνεπικουρούμενοι από το λογικό μας κομμάτι αλλά ο έρωτας όπως και ο θάνατος είναι δύο ζωντανές υπενθυμίσεις ότι κάτι τέτοιο δεν είναι πρακτικά δυνατό, οπότε δεν μπορούμε και να κλείσουμε τα αντίστοιχα συναισθήματα σε κατάλληλα «κουτάκια» με την πλάνη της ανακούφισης από την αβεβαιότητα και τον φόβο. Σίγουρα, όλοι θα έχουμε ακούσει για άτομα που φοβούνται π.χ. το βαθύ δέσιμο με τους συνανθρώπους και περισσότερο ακόμα με τους ερωτικούς συντρόφους φοβούμενοι μήπως πληγωθούν, αντιμετωπίζοντας έτσι τον έρωτα και την αγάπη «αμυντικά», π.χ. ως «χαμένο χρόνο», «απόσπαση από την εργασία» ακόμα και ως «ανόητη δραστηριότητα». Ωστόσο, παρά τις «πανοπλίες» που μπορεί να φορέσουμε, είμαστε έρμαια του κατακλυσμού των συναισθημάτων μας και το νόημα σε αυτό είναι ότι ο φόβος, η αβεβαιότητα, η ηδονή αλλά ακόμα και ο πόνος είναι κομμάτια του χώρου όπου κινείται το συναίσθημα και είναι καλό να τα βιώνουμε καθώς όλα αποτελούν τμήματα ενός ζωντανού οργανισμού και προσφέρουν την κατάλληλη «ταλάντωση» για τη συναισθηματική ολοκλήρωση των ατόμων στα πλαίσια ενός κοινωνικού σχηματισμού. Ακριβώς αυτές οι διεργασίες αποτέλεσαν και τη «μαγιά» για αυτή την ποιητική συλλογή.
8) Μου αρέσει πολύ το λογοπαίγνιο του τίτλου. Πώς το επέλεξες; Υπάρχει κάποια ιδιαίτερη σημασία σε αυτό;
Π.Μ. : Δημήτρη, ο τίτλος είναι μια φράση που συνιστά αυτό που ονομάζουμε – αν δεν κάνω λάθος – «οξύμωρο σχήμα», με την έννοια ότι χρησιμοποιεί δύο λέξεις φαινομενικά αντιφατικού νοήματος, με την επιδίωξη το τελικό νόημα του συνδυασμού των δύο να είναι ορθό. Στην περίπτωσή μας εκφράζει το γεγονός
ότι τόσο ο θάνατος, όσο και η απουσία έρωτα δημιουργούν κατ’ αρχήν μια εσωτερική σιωπή που είναι τόσο έντονη που σχεδόν καθίσταται εκκωφαντική.Και η οποία «σιωπή» επίσης θα ανατραπεί «εκκωφαντικά». Όμως, ταυτόχρονα θεωρώ πως εκφράζει και μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας που βιώνει αυτή τη διαρκή μελαγχολία από την κοινωνική, πολιτική και οικονομική κατάσταση που συχνά καταντά αφόρητη.
9) Ποιες οι προσδοκίες σου από αυτό το έργο;
Π.Μ. : Στόχος μου είναι να «διασκεδάσω» τον αναγνώστη. Και αναφέρομαι στην πρωταρχική ετυμολογικά έννοια του ρήματος «σκεδάννυμι» και της πρόθεσης «δια», που σημαίνει «διασκορπίζω», «παρεκτρέπω», «βγάζω από την τροχιά». Ακριβώς αυτό επιδιώκω να επιτύχω: να παρεκτρέψω τους αναγνώστες και τις αναγνώστριές μου από την πεπατημένη, να τους/τις ταξιδέψω, να τους/τις εμπνεύσω, να τους/τις προβληματίσω, να τους/τις ταλαντώσω και εν τέλει, να τους/τις εκτονώσω και να τους/τις ανακουφίσω.
10) Θα ήθελες να μας πεις αν υπάρχει κάτι που να ετοιμάζεις αυτή τη περίοδο, να μοιραστείς μαζί μας τα μελλοντικά σου σχέδια;
Π.Μ. : Βασικά, θέλω να είμαι καλά στην υγεία μου και να μπορώ να δημιουργώ, είτε αυτό είναι μέσω της Ποίησης, είτε μέσω της Επιστημονικής Συγγραφής, είτε μέσω των Μαθηματικών Μοντέλων, είτε οποιουδήποτε άλλου τρόπου δημιουργικής έκφρασης. Και αυτό που θα επιδιώξω για το μέλλον είναι να μην χάσω τον όποιο δημιουργικό αυθορμητισμό μου στον βωμό μίας επίπλαστης ωρίμανσης και ενός συμβιβασμού με τα καθιερωμένα.
Παναγιώτη, σε ευχαριστούμε πολύ για το χρόνο που μας διέθεσες και σου ευχόμαστε ολόψυχα κάθε επιτυχία στο έργο σου!!!
Δημήτρη, εγώ σε ευχαριστώ πολύ! Όπως και όλη την ομάδα του «Authoring Melodies» για την εξαιρετική αυτή συνέντευξη, την οποία απόλαυσα ιδιαίτερα!
Ο Παναγιώτης Γ. Μιχαηλίδης είναι Αν. Καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (Ε.Μ.Π.) και μέχρι σήμερα έχει εκδώσει τρία επιστημονικά βιβλία και πολλά άρθρα και μελέτες.
Η «Εκκωφαντική Σιωπή» είναι η πρώτη του ποιητική συλλογή.
Μάθετε περισσότερα για τον Παναγιώτη εδώ :
Για την ομάδα του Authoring Melodies
Δημήτρης Μπονόβας